Βίαιος στα ιταλικά
Μετάφραση: βίαιος, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
violento, impetuoso, veemente, violenta, violenti, violente, violenza
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βίαιος
βίαιος σταυροφόρος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος άντρας, βίαιος διδάσκαλος ο πόλεμος, βίαιος σύντροφος, βίαιος λεξικό γλώσσας ιταλικά, βίαιος στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- βήχω στα ιταλικά - tosse, tossire, la tosse, colpo di tosse, di tosse, della tosse
- βία στα ιταλικά - tirare, costringere, obbligare, forza, forzare, violenza, pigiare, ...
- βίδα στα ιταλικά - avvitare, vite, vite di, a vite, la vite, viti
- βίζα στα ιταλικά - visto, Visa, del visto, di visto, dei visti
Τυχαίες λέξεις
Βίαιος στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: violento, impetuoso, veemente, violenta, violenti, violente, violenza
Μεταφράσεις: violento, impetuoso, veemente, violenta, violenti, violente, violenza