Βίαιος στα ουκρανικά

Μετάφραση: βίαιος, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сили, підігрітий, нагрітий, гарячий, палкий, сильний, невеликий, дощ
Βίαιος στα ουκρανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βίαιος

βίαιος σταυροφόρος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος άντρας, βίαιος διδάσκαλος ο πόλεμος, βίαιος σύντροφος, βίαιος λεξικό γλώσσας ουκρανικά, βίαιος στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • βήχω στα ουκρανικά - чхати, чхання, кашель, кашляти
  • βία στα ουκρανικά - поліція, порушники, сила, примусити, насилувати, примушувати, насильство, ...
  • βίδα στα ουκρανικά - вижимати, крутитися, вертіти, гвинт, винт
  • βίζα στα ουκρανικά - партнер, віза, Виза
Τυχαίες λέξεις
Βίαιος στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: сили, підігрітий, нагрітий, гарячий, палкий, сильний, невеликий, дощ