Βίαιος στα πολωνικά

Μετάφραση: βίαιος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
potężny, ostry, zapalczywy, ożywiony, silny, gwałtowny, agresywny, wściekły, gorący, przemocy, gwałtowne, brutalne, gwałtowna
Βίαιος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βίαιος

βίαιος σταυροφόρος, βίαιοσ θάνατοσ 17χρονησ από βαφή μαλλιών, βίαιος άντρας, βίαιος διδάσκαλος ο πόλεμος, βίαιος σύντροφος, βίαιος λεξικό γλώσσας πολωνικά, βίαιος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • βήχω στα πολωνικά - kaszel, kaszleć, kaszlu, cough, na kaszel, kaszlem
  • βία στα πολωνικά - moc, siła, zmusić, obowiązywać, gwałtowność, przymuszać, gwałt, ...
  • βίδα στα πολωνικά - ugniatać, wkręcać, oszukać, wkręcić, śrubować, wkręt, śrubowanie, ...
  • βίζα στα πολωνικά - wiza, wizować, wizy, visa, wizę, wizowych
Τυχαίες λέξεις
Βίαιος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: potężny, ostry, zapalczywy, ożywiony, silny, gwałtowny, agresywny, wściekły, gorący, przemocy, gwałtowne, brutalne, gwałtowna