Γονιμότητα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: γονιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γονιμότητα
γονιμότητα μετά τα 40, γονιμότητα μετά τα 30, γονιμότητα μετά από αποβολή, γονιμότητα στα 45, γονιμότητα μετά τα σαράντα, γονιμότητα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, γονιμότητα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- γονατίζω στα βουλγαρικά - коленича, коленичи, коленичат, коленичим, коленичиш
- γονιμοποιώ στα βουλγαρικά - далак, Милт, Milt, оплождам хайвер
- γονυπετώ στα βουλγαρικά - на колене, коленичил, накланяне, колене, коленичене
- γορίλα στα βουλγαρικά - горила, Gorilla, на горила
Τυχαίες λέξεις
Γονιμότητα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет
Μεταφράσεις: раждаемост, плодородие, плодовитост, фертилитета, плодородието, фертилитет