Γονιμότητα στα λευκορωσικά

Μετάφραση: γονιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
урадлівасць, ўрадлівасць, пладароддзе
Γονιμότητα στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμότητα

γονιμότητα μετά τα 40, γονιμότητα μετά τα 30, γονιμότητα μετά από αποβολή, γονιμότητα στα 45, γονιμότητα μετά τα σαράντα, γονιμότητα λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, γονιμότητα στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • γονατίζω στα λευκορωσικά - станавіцца, становіцца, рабіцца
  • γονιμοποιώ στα λευκορωσικά - малокі
  • γονυπετώ στα λευκορωσικά - каленях, каленах, калені
  • γορίλα στα λευκορωσικά - гарыла, гарылы, як гарыла
Τυχαίες λέξεις
Γονιμότητα στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: урадлівасць, ўрадлівасць, пладароддзе