Γονιμότητα στα ουγγρικά

Μετάφραση: γονιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
termékenység, termékenységi, termékenységet, termékenységre, a termékenység
Γονιμότητα στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμότητα

γονιμότητα μετά τα 40, γονιμότητα μετά τα 30, γονιμότητα μετά από αποβολή, γονιμότητα στα 45, γονιμότητα μετά τα σαράντα, γονιμότητα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, γονιμότητα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • γονατίζω στα ουγγρικά - térdel, térdelni, letérdelnek, térdeljen, térdeljen le
  • γονιμοποιώ στα ουγγρικά - halikra, Milt, haltej, halat megtermékenyít, lép testrész
  • γονυπετώ στα ουγγρικά - térdelő, térdel, térdeplő, térdelve
  • γορίλα στα ουγγρικά - gorilla, gorillának, gorillák, gorillát
Τυχαίες λέξεις
Γονιμότητα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: termékenység, termékenységi, termékenységet, termékenységre, a termékenység