Γονιμότητα στα λιθουανικά

Μετάφραση: γονιμότητα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
vaisingumas, vaisingumo, gimstamumo, vaisingumą, derlingumas
Γονιμότητα στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: γονιμότητα

γονιμότητα μετά τα 40, γονιμότητα μετά τα 30, γονιμότητα μετά από αποβολή, γονιμότητα στα 45, γονιμότητα μετά τα σαράντα, γονιμότητα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, γονιμότητα στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • γονατίζω στα λιθουανικά - atsiklaupti, klauptis, pailsėti, klūpo, klūpėti
  • γονιμοποιώ στα λιθουανικά - pieniai, milt, Blužnis, Liesa, Pienas
  • γονυπετώ στα λιθουανικά - nuleidimo, Klęczący, šaudymo iš alkūnės
  • γορίλα στα λιθουανικά - gorila, Gorilla, Gorilos, Banditų, samdomas banditas
Τυχαίες λέξεις
Γονιμότητα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: vaisingumas, vaisingumo, gimstamumo, vaisingumą, derlingumas