Δήμευση στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δήμευση, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
конфискация, конфискацията, конфискуване, отнемане
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δήμευση
δήμευση περιουσιακών στοιχείων, δήμευση καταθέσεων, δήμευση ακινήτου, δήμευση περιουσιών για φοροδιαφυγή, δήμευση λεξικό, δήμευση λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δήμευση στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δήλωση στα βουλγαρικά - излагане, отчет, изявление, декларация, декларация за, твърдение
- δήμαρχος στα βουλγαρικά - кмет, мор, кмета, кметът, кмет на
- δήμιος στα βουλγαρικά - палач, екзекутор, палача, телохранител
- δήμος στα βουλγαρικά - град, енория, община
Τυχαίες λέξεις
Δήμευση στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: конфискация, конфискацията, конфискуване, отнемане
Μεταφράσεις: конфискация, конфискацията, конфискуване, отнемане