Δήμευση στα δανικά

Μετάφραση: δήμευση, Λεξικό: ελληνικά » δανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
konfiskation, beslaglæggelse, konfiskering, beslaglægges, konfiskationen
Δήμευση στα δανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δήμευση

δήμευση περιουσιακών στοιχείων, δήμευση καταθέσεων, δήμευση ακινήτου, δήμευση περιουσιών για φοροδιαφυγή, δήμευση λεξικό, δήμευση λεξικό γλώσσας δανικά, δήμευση στα δανικά

Μεταφράσεις

  • δήλωση στα δανικά - opgivelse, erklæring, redegørelse, opgørelse, oversigten, resultatopgørelsen
  • δήμαρχος στα δανικά - borgmester, borgermester, Mayor, borgmesteren, borgmesterens
  • δήμιος στα δανικά - bøddel, bødlen, bøddelen, skarpretteren, executioner
  • δήμος στα δανικά - råd, township, købstad
Τυχαίες λέξεις
Δήμευση στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: konfiskation, beslaglæggelse, konfiskering, beslaglægges, konfiskationen