Δήμευση στα ισλανδικά
Μετάφραση: δήμευση, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
upptöku, upptökuákvörðun, eignaupptöku, upptökuákvörðun er, að upptökuákvörðun
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δήμευση
δήμευση περιουσιακών στοιχείων, δήμευση καταθέσεων, δήμευση ακινήτου, δήμευση περιουσιών για φοροδιαφυγή, δήμευση λεξικό, δήμευση λεξικό γλώσσας ισλανδικά, δήμευση στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- δήλωση στα ισλανδικά - yfirlýsingu, yfirlýsing, staðhæfing, greinargerð, yfirlit
- δήμαρχος στα ισλανδικά - borgarstjóri, bæjarstjóri, borgarstjóra, Borgarstjórinn, Mayor
- δήμιος στα ισλανδικά - varðmann
- δήμος στα ισλανδικά - ráð, Township, bæjarsamfélag býr, staÃ, staà °, bæjarsamfélag
Τυχαίες λέξεις
Δήμευση στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: upptöku, upptökuákvörðun, eignaupptöku, upptökuákvörðun er, að upptökuákvörðun
Μεταφράσεις: upptöku, upptökuákvörðun, eignaupptöku, upptökuákvörðun er, að upptökuákvörðun