Δήμευση στα τούρκικα
Μετάφραση: δήμευση, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
haciz, müsadere, el koyma, müsaderesi, toplatma
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δήμευση
δήμευση περιουσιακών στοιχείων, δήμευση καταθέσεων, δήμευση ακινήτου, δήμευση περιουσιών για φοροδιαφυγή, δήμευση λεξικό, δήμευση λεξικό γλώσσας τούρκικα, δήμευση στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- δήλωση στα τούρκικα - ifade, demeç, ilkesi, bildirimi, deyimi, bilgilerin korunması
- δήμαρχος στα τούρκικα - hakim, belediye başkanı, belediye, başkanı, belediye başkan, belediye başkanının
- δήμιος στα τούρκικα - cellat, executioner, celladı, infazcı, cellât
- δήμος στα τούρκικα - maslahat, nahiye, ilçe, ilçesi, ilçesine, ilçesine bağlı
Τυχαίες λέξεις
Δήμευση στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: haciz, müsadere, el koyma, müsaderesi, toplatma
Μεταφράσεις: haciz, müsadere, el koyma, müsaderesi, toplatma