Δοκίμιο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: δοκίμιο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
пробвам, есе, опитвам, очерк, доказателство, доказване, доказателства, доказателство за
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δοκίμιο
δοκίμιο ιστορίας του κκε, δοκίμιο περί ανθρώπινης βλακείας, δοκίμιο για την ανθρώπινη νόηση, δοκίμιο γ λυκείου, δοκίμιο περί βλακείας, δοκίμιο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, δοκίμιο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- δοκάρι στα βουλγαρικά - навън, вън, от, по, на
- δοκίμια στα βουλγαρικά - есе, опитвам, пробвам, очерк, есета, есетата, съчинения
- δοκιμάζω στα βουλγαρικά - образец, опитвам, пробвам, съдържание/състав, опитайте, се опитаме, опитайте да
- δοκιμασία στα βουλγαρικά - тест, изпитание, процес, изпитване, проучване, опити
Τυχαίες λέξεις
Δοκίμιο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: пробвам, есе, опитвам, очерк, доказателство, доказване, доказателства, доказателство за
Μεταφράσεις: пробвам, есе, опитвам, очерк, доказателство, доказване, доказателства, доказателство за