Ελάττωμα στα βουλγαρικά
Μετάφραση: ελάττωμα, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
дефект, дефекти, недостатък, дефекта
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ελάττωμα
ελάττωμα in english, πραγματικό ελάττωμα, κατασκευαστικό ελάττωμα, νομικό ελάττωμα, ελάττωμα καρράς, ελάττωμα λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, ελάττωμα στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- εκών στα βουλγαρικά - волю, Willy, Уили, немай, от немай
- ελάσσων στα βουλγαρικά - непълнолетен, второстепенен, незначителен, незначително, незначителни
- ελάττωση στα βουλγαρικά - намаление, намаляване, намаляване на, редукция, намаляването на
- ελάφι στα βουλγαρικά - елен, олени, елени, сърни, сърна, елените
Τυχαίες λέξεις
Ελάττωμα στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: дефект, дефекти, недостатък, дефекта
Μεταφράσεις: дефект, дефекти, недостатък, дефекта