Επεκτείνω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: επεκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
удължи, разширяване, удължат, разширят, разшири
Επεκτείνω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεκτείνω

επεκτείνω αγγλικα, επεκτείνω προστακτική, επεκτείνω αντιθετο, επεκτείνω βικιλεξικο, επεκτείνω συνώνυμα, επεκτείνω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επεκτείνω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • επεισόδιο στα βουλγαρικά - случка, епизод, епизоди, епизод на, епизода
  • επεκτατικός στα βουλγαρικά - експанзивен, просторен, експанзивна, обширен, разтегаем
  • επεμβαίνω στα βουλγαρικά - намесва, пречат, се намесва, намесват, пречи
  • επενέργεια στα βουλγαρικά - действие, движение, влияние, механизъм, ефект, сила, въздействие, ...
Τυχαίες λέξεις
Επεκτείνω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: удължи, разширяване, удължат, разширят, разшири