Επεκτείνω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επεκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падоўжыць, працягнуць, прадоўжыць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεκτείνω
επεκτείνω αγγλικα, επεκτείνω προστακτική, επεκτείνω αντιθετο, επεκτείνω βικιλεξικο, επεκτείνω συνώνυμα, επεκτείνω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επεκτείνω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- επεισόδιο στα λευκορωσικά - эпізод
- επεκτατικός στα λευκορωσικά - экспансіўны
- επεμβαίνω στα λευκορωσικά - ўмешвацца, умешвацца
- επενέργεια στα λευκορωσικά - эфект, эфэкт
Τυχαίες λέξεις
Επεκτείνω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: падоўжыць, працягнуць, прадоўжыць
Μεταφράσεις: падоўжыць, працягнуць, прадоўжыць