Επεκτείνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επεκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
се прошири, прошири, да се прошири, продолжување, продолжи
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεκτείνω
επεκτείνω αγγλικα, επεκτείνω προστακτική, επεκτείνω αντιθετο, επεκτείνω βικιλεξικο, επεκτείνω συνώνυμα, επεκτείνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επεκτείνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επεισόδιο στα σλαβομακεδονικά - епизода, епизоди, епизодата, епизода на
- επεκτατικός στα σλαβομακεδονικά - експанзивна, експанзивен, експанзивната, експанзивно, ширен
- επεμβαίνω στα σλαβομακεδονικά - се меша, меша, да се меша, се мешаат, мешаат
- επενέργεια στα σλαβομακεδονικά - ефект, ефектот, сила, влијание, дејство
Τυχαίες λέξεις
Επεκτείνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: се прошири, прошири, да се прошири, продолжување, продолжи
Μεταφράσεις: се прошири, прошири, да се прошири, продолжување, продолжи