Επεκτείνω στα λιθουανικά
Μετάφραση: επεκτείνω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tęstis, išplėsti, pratęsti, plėsti, praplėsti, apimti
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεκτείνω
επεκτείνω αγγλικα, επεκτείνω προστακτική, επεκτείνω αντιθετο, επεκτείνω βικιλεξικο, επεκτείνω συνώνυμα, επεκτείνω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επεκτείνω στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επεισόδιο στα λιθουανικά - epizodas, Episode, epizodo, epizodą
- επεκτατικός στα λιθουανικά - platus, atviri, išsiplečiantis, ekspansinė, išsiplėtusi
- επεμβαίνω στα λιθουανικά - trukdyti, kištis, trikdyti, trukdo, kliudyti
- επενέργεια στα λιθουανικά - veiksmas, poveikis, poveikį, poveikio, efektas, efektą
Τυχαίες λέξεις
Επεκτείνω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: tęstis, išplėsti, pratęsti, plėsti, praplėsti, apimti
Μεταφράσεις: tęstis, išplėsti, pratęsti, plėsti, praplėsti, apimti