Επεξεργάζομαι στα βουλγαρικά

Μετάφραση: επεξεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
сложен, разработи, разработва, разработят, изработи
Επεξεργάζομαι στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επεξεργάζομαι

επεξεργάζομαι μετάφραση, επεξεργάζομαι συνώνυμο, επεξεργάζομαι συμμετρικά σχήματα, επεξεργάζομαι στα αγγλικά, επεξεργαζομαι συνώνυμα, επεξεργάζομαι λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επεξεργάζομαι στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • επενδύω στα βουλγαρικά - линия, кабел, занимание, заемане, инвестирам, инвестират, инвестира, ...
  • επενεργώ στα βουλγαρικά - влияние, актове, действия, актове за, актовете
  • επεξεργασία στα βουλγαρικά - преработка, преработване, обработка, разработване, изработване, изготвяне, разработването, ...
  • επεξηγώ στα βουλγαρικά - илюстрирам, илюстрират, илюстрира, илюстриране, илюстрация
Τυχαίες λέξεις
Επεξεργάζομαι στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: сложен, разработи, разработва, разработят, изработи