Επεξεργάζομαι στα ουγγρικά
Μετάφραση: επεξεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
folyamat, kidolgoz, bonyolult, kidolgozására, kidolgozza, dolgoz ki
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεξεργάζομαι
επεξεργάζομαι μετάφραση, επεξεργάζομαι συνώνυμο, επεξεργάζομαι συμμετρικά σχήματα, επεξεργάζομαι στα αγγλικά, επεξεργαζομαι συνώνυμα, επεξεργάζομαι λεξικό γλώσσας ουγγρικά, επεξεργάζομαι στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- επενδύω στα ουγγρικά - damil, árufajta, leszármazás, egyenes, vasútvonal, zsinór, befektet, ...
- επενεργώ στα ουγγρικά - cselekmények, jogi aktusok, aktusok, jogi aktusokat, aktusokat
- επεξεργασία στα ουγγρικά - feldolgozás, kidolgozás, kidolgozása, kidolgozását, kidolgozásában, kidolgozásának
- επεξηγώ στα ουγγρικά - illusztrálására, illusztrálja, illusztrálni, illusztrálják, bemutassa
Τυχαίες λέξεις
Επεξεργάζομαι στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: folyamat, kidolgoz, bonyolult, kidolgozására, kidolgozza, dolgoz ki
Μεταφράσεις: folyamat, kidolgoz, bonyolult, kidolgozására, kidolgozza, dolgoz ki