Επεξεργάζομαι στα λευκορωσικά
Μετάφραση: επεξεργάζομαι, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
распрацоўваць, распрацо, распрацо ¢
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επεξεργάζομαι
επεξεργάζομαι μετάφραση, επεξεργάζομαι συνώνυμο, επεξεργάζομαι συμμετρικά σχήματα, επεξεργάζομαι στα αγγλικά, επεξεργαζομαι συνώνυμα, επεξεργάζομαι λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, επεξεργάζομαι στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- επενδύω στα λευκορωσικά - інвеставаць, інвесціраваць, інвэставаць
- επενεργώ στα λευκορωσικά - акты
- επεξεργασία στα λευκορωσικά - распрацоўка, распрацоўцы, Распрацаваць, па распрацоўцы, тэхналогія
- επεξηγώ στα λευκορωσικά - ілюстраваць
Τυχαίες λέξεις
Επεξεργάζομαι στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: распрацоўваць, распрацо, распрацо ¢
Μεταφράσεις: распрацоўваць, распрацо, распрацо ¢