Επινοητικός στα βουλγαρικά
Μετάφραση: επινοητικός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοητικός
επινοητικός σημασια, επινοητικός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, επινοητικός στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- επιμονή στα βουλγαρικά - упорство, устойчивост, постоянство, упоритост, постоянството, неуморно постоянство
- επιμύθιο στα βουλγαρικά - последици, отава, Aftermath, Последствия, Отмъщение
- επινοητικότητα στα βουλγαρικά - находчивост, съобразителност, изобретателност, находчивостта, съобразителността
- επινοώ στα βουλγαρικά - завещание, монета, монети, монетата, на монети
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива
Μεταφράσεις: изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива