Επινοητικός στα γερμανικά
Μετάφραση: επινοητικός, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
einfallsreich, findig, originell, schöpferisch, einfalls, findige
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοητικός
επινοητικός σημασια, επινοητικός λεξικό γλώσσας γερμανικά, επινοητικός στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- επιμονή στα γερμανικά - hartnäckigkeit, fortdauer, ausdauer, verbissenheit, nachleuchten, persistenz, beharrlichkeit, ...
- επιμύθιο στα γερμανικά - moralisch, moral, sittlich, Nachwirkungen, Aftermath, Folgen, Nachmahd, ...
- επινοητικότητα στα γερμανικά - findigkeit, Einfallsreichtum, Findigkeit, Einfalls, Reichtum
- επινοώ στα γερμανικά - erfinden, Münze, Münzen, Medaille
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικός στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: einfallsreich, findig, originell, schöpferisch, einfalls, findige
Μεταφράσεις: einfallsreich, findig, originell, schöpferisch, einfalls, findige