Επινοητικός στα τούρκικα
Μετάφραση: επινοητικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
becerikli, becerikli bir, zengin kaynaklı
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοητικός
επινοητικός σημασια, επινοητικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, επινοητικός στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- επιμονή στα τούρκικα - azim, sebat, azimle, azmi, azimleri
- επιμύθιο στα τούρκικα - manevi, ahlaki, akıbet, Aftermath, Sonrası, İzlenimler, sonrasının
- επινοητικότητα στα τούρκικα - beceriklilik, güçlülük, becerisini kullanarak, becerikliliği
- επινοώ στα τούρκικα - tasarlamak, sikke, para, Coin, jeton, madeni para
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: becerikli, becerikli bir, zengin kaynaklı
Μεταφράσεις: becerikli, becerikli bir, zengin kaynaklı