Επινοητικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: επινοητικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
išradingas, išradingumo, sumanūs, išradinga, išradingai
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επινοητικός
επινοητικός σημασια, επινοητικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, επινοητικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- επιμονή στα λιθουανικά - atkaklumas, atkaklumo, atkaklumą, ištvermės, ištvermingumas
- επιμύθιο στα λιθουανικά - atolas, Aftermath, padariniai, susiklosčiusi padėtis, kas po
- επινοητικότητα στα λιθουανικά - apsukrumas, išradingumas, išradingumo, sumanūs, Bus sumanūs
- επινοώ στα λιθουανικά - moneta, Monetų, monetos, monetas
Τυχαίες λέξεις
Επινοητικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: išradingas, išradingumo, sumanūs, išradinga, išradingai
Μεταφράσεις: išradingas, išradingumo, sumanūs, išradinga, išradingai