Θλιβερός στα βουλγαρικά

Μετάφραση: θλιβερός, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
мрачен, печален, пуст, скучен
Θλιβερός στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θλιβερός

μανώλης θλιβερός, θλιβερός συνώνυμα, θλιβερός χειμώνας, θλιβερός λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, θλιβερός στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • θλίψη στα βουλγαρικά - горе, печал, скръб, униние, тъга, тъгата
  • θλιβερά στα βουλγαρικά - печално, крайно, плачевно, жалост, за жалост
  • θνησιμότητα στα βουλγαρικά - смъртност, смъртността, на смъртността, смърт
  • θνητός στα βουλγαρικά - човек, смъртен, смъртна, смъртно, смъртни, смъртоносна
Τυχαίες λέξεις
Θλιβερός στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: мрачен, печален, пуст, скучен