Θλιβερός στα τούρκικα

Μετάφραση: θλιβερός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kasvetli, ümitsiz, iç karartıcı, kederli
Θλιβερός στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: θλιβερός

μανώλης θλιβερός, θλιβερός συνώνυμα, θλιβερός χειμώνας, θλιβερός λεξικό γλώσσας τούρκικα, θλιβερός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • θλίψη στα τούρκικα - sıkıntı, keder, acı, üzüntü, hüzün, sadness, hüznü, ...
  • θλιβερά στα τούρκικα - hüzünlendirdi, acı, ne yazık ki, yazık ki, ne yazık
  • θνησιμότητα στα τούρκικα - ölüm oranı, mortalite, ölüm, mortalitesi, mortalitenin
  • θνητός στα τούρκικα - öldürücü, birey, ölümlü, ölümcül, mortal, fani, ölüm
Τυχαίες λέξεις
Θλιβερός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kasvetli, ümitsiz, iç karartıcı, kederli