Θλιβερός στα ιταλικά
Μετάφραση: θλιβερός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
grave, spiacevole, serio, drear, tetra
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θλιβερός
μανώλης θλιβερός, θλιβερός συνώνυμα, θλιβερός χειμώνας, θλιβερός λεξικό γλώσσας ιταλικά, θλιβερός στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- θλίψη στα ιταλικά - pena, patimento, sofferenza, tristezza, la tristezza, di tristezza, dolore, ...
- θλιβερά στα ιταλικά - woefully, tristemente, terribilmente, deplorevolmente, dolorosamente
- θνησιμότητα στα ιταλικά - mortalità, di mortalità, la mortalità, mortalità per, della mortalità
- θνητός στα ιταλικά - mortale, micidiale, letale, mortali, mortal, terrena
Τυχαίες λέξεις
Θλιβερός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: grave, spiacevole, serio, drear, tetra
Μεταφράσεις: grave, spiacevole, serio, drear, tetra