Θλιβερός στα λευκορωσικά
Μετάφραση: θλιβερός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нудны, тужлівы, жалобны, сумотнейшы
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: θλιβερός
μανώλης θλιβερός, θλιβερός συνώνυμα, θλιβερός χειμώνας, θλιβερός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, θλιβερός στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- θλίψη στα λευκορωσικά - смутак, печаль, сум, журба, туга
- θλιβερά στα λευκορωσικά - гаротна, горка, самотна, тужліва, пакутліва
- θνησιμότητα στα λευκορωσικά - смяротнасць, сьмяротнасьць
- θνητός στα λευκορωσικά - чалавек, смяротны, сьмяротны, смяротных, са смяротных
Τυχαίες λέξεις
Θλιβερός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: нудны, тужлівы, жалобны, сумотнейшы
Μεταφράσεις: нудны, тужлівы, жалобны, сумотнейшы