Καπέλο στα βουλγαρικά
Μετάφραση: καπέλο, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
шляпа, шапка, шапката, хеттрик, си хеттрик
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπέλο
καπέλο πειρατή, καπέλο καβουράκι, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο ονειροκρίτης, καπέλο παναμά, καπέλο λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καπέλο στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- καπάκι στα βουλγαρικά - капак, капака, на капака, LID
- καπάτσος στα βουλγαρικά - изобретателен, находчив, находчиви, съобразителен, находчива
- καπαρώνω στα βουλγαρικά - книга, запазвам, библия, означавам, поръчвам, ангажирам
- καπατσοσύνη στα βουλγαρικά - предприемчивост, съобразителност, здрав разум, разтворител за боя
Τυχαίες λέξεις
Καπέλο στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: шляпа, шапка, шапката, хеттрик, си хеттрик
Μεταφράσεις: шляпа, шапка, шапката, хеттрик, си хеттрик