Καπέλο στα λιθουανικά

Μετάφραση: καπέλο, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skrybėlė, Hat, skrybėlę, skrybėlių
Καπέλο στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καπέλο

καπέλο πειρατή, καπέλο καβουράκι, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο ονειροκρίτης, καπέλο παναμά, καπέλο λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καπέλο στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • καπάκι στα λιθουανικά - vokas, skrybėlė, viršus, dangtis, dangtelis, dangtį, dangčio, ...
  • καπάτσος στα λιθουανικά - gudrus, įžvalgus, išradingas, išradingumo, sumanūs, išradinga, išradingai
  • καπαρώνω στα λιθουανικά - užsakyti, biblija, knyga, tomas, liudyti, Teirautis, Užsisakyti iš anksto, ...
  • καπατσοσύνη στα λιθουανικά - sumanumas, drąsumas, skiediklis, Smykałka, Apķērība
Τυχαίες λέξεις
Καπέλο στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: skrybėlė, Hat, skrybėlę, skrybėlių