Καπέλο στα εσθονικά
Μετάφραση: καπέλο, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
müts, kübar, mütsi, hat, kübara, kübarale
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπέλο
καπέλο πειρατή, καπέλο καβουράκι, καπέλο τζόκεϊ, καπέλο ονειροκρίτης, καπέλο παναμά, καπέλο λεξικό γλώσσας εσθονικά, καπέλο στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- καπάκι στα εσθονικά - laug, kaas, kaane, kaanega, kaant, lid
- καπάτσος στα εσθονικά - kaval, leidlik, läbinägelik, leidlikud, nutikad
- καπαρώνω στα εσθονικά - piibel, raamat, reserveerima, arveraamat, tellima, Näitab jtk, Olla märk jstk, ...
- καπατσοσύνη στα εσθονικά - kavalus, Neuvokkuus
Τυχαίες λέξεις
Καπέλο στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: müts, kübar, mütsi, hat, kübara, kübarale
Μεταφράσεις: müts, kübar, mütsi, hat, kübara, kübarale