Καταπνίγω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: καταπνίγω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
корк, коркови, коркова, корков, тапа
Καταπνίγω στα βουλγαρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καταπνίγω

καταπνίγω συνώνυμα, καταπνίγω συνώνυμο, καταπνίγω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, καταπνίγω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • καταπιεστικός στα βουλγαρικά - натрапчив, компулсивно, натрапчиво, склоност
  • καταπληκτικός στα βουλγαρικά - изумителен, чудовищен, ненормален, удивителен, огромен
  • καταπολεμώ στα βουλγαρικά - сражение, бой, опровергавам, оспорвам, оспорва, се оспорва, да накърняват
  • καταποντίζω στα βουλγαρικά - мивка, мивката, поглътител, поглътител на, умивалник
Τυχαίες λέξεις
Καταπνίγω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: корк, коркови, коркова, корков, тапа