Καταπνίγω στα πορτογαλικά
Μετάφραση: καταπνίγω, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
suprima, sufocar, abafar, estrangular, supor, cortiça, de cortiça, rolha, da cortiça, cork
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπνίγω
καταπνίγω συνώνυμα, καταπνίγω συνώνυμο, καταπνίγω λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, καταπνίγω στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- καταπιεστικός στα πορτογαλικά - compulsivo, compulsiva, compulsivos, compulsive, obrigatório
- καταπληκτικός στα πορτογαλικά - prodigioso, prodigiosa, prodigious, prodigiosos, prodigiosas
- καταπολεμώ στα πορτογαλικά - figueira, brigar, pelejar, luta, lutar, combater, pugnar, ...
- καταποντίζω στα πορτογαλικά - pia, dissipador, dissipador de, lavatório, sink
Τυχαίες λέξεις
Καταπνίγω στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: suprima, sufocar, abafar, estrangular, supor, cortiça, de cortiça, rolha, da cortiça, cork
Μεταφράσεις: suprima, sufocar, abafar, estrangular, supor, cortiça, de cortiça, rolha, da cortiça, cork