Καταπνίγω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: καταπνίγω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хаваць, корак, пробка, затор
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καταπνίγω
καταπνίγω συνώνυμα, καταπνίγω συνώνυμο, καταπνίγω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, καταπνίγω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- καταπιεστικός στα λευκορωσικά - заўзяты, заядлы, зацяты, заядлый
- καταπληκτικός στα λευκορωσικά - дзіўны
- καταπολεμώ στα λευκορωσικά - аспрэчваць
- καταποντίζω στα λευκορωσικά - ракавіна
Τυχαίες λέξεις
Καταπνίγω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: хаваць, корак, пробка, затор
Μεταφράσεις: хаваць, корак, пробка, затор