Λευκό στα βουλγαρικά

Μετάφραση: λευκό, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
бели, бяла, бял, бяло, бялата
Λευκό στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λευκό

λευκό φόρεμα, λευκό τσάι, λευκό ξύδι, λευκό ταξί θεσσαλονίκη, λευκό κρασί, λευκό λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, λευκό στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • λευκαντικό στα βουλγαρικά - белина, изрусител, на белина, изрусител за
  • λευκοπλάστης στα βουλγαρικά - лепенки, лейкопласт, самозалепваща се лента, залепваща лента, адхезивна лента
  • λευκός στα βουλγαρικά - бяло, бели, бял, бяла, бялата
  • λεφτά στα βουλγαρικά - пари, парите, качество, на пари
Τυχαίες λέξεις
Λευκό στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: бели, бяла, бял, бяло, бялата