Λευκό στα ρωσικά

Μετάφραση: λευκό, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
белокожий, седой, белизна, белый, порожний, белок, белогвардеец, пустой, белом, белого, белая, белые
Λευκό στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λευκό

λευκό φόρεμα, λευκό τσάι, λευκό ξύδι, λευκό ταξί θεσσαλονίκη, λευκό κρασί, λευκό λεξικό γλώσσας ρωσικά, λευκό στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • λευκαντικό στα ρωσικά - отбеливаться, отбелить, отбеливатель, отбеливание, обесцвечивать, отбеливать, Bleach, ...
  • λευκοπλάστης στα ρωσικά - гипс, обмазка, штукатурка, гипсовать, загипсовать, пластырь, скотч, ...
  • λευκός στα ρωσικά - вырубка, полый, белокожий, порожний, седой, белогвардеец, бланк, ...
  • λεφτά στα ρωσικά - разграбление, грабить, разграбить, монета, добыча, награбленное, деньги, ...
Τυχαίες λέξεις
Λευκό στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: белокожий, седой, белизна, белый, порожний, белок, белогвардеец, пустой, белом, белого, белая, белые