Λευκό στα γερμανικά
Μετάφραση: λευκό, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
leer, weiß, blank, weiße, bleichen, weißen, white, weiss
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λευκό
λευκό φόρεμα, λευκό τσάι, λευκό ξύδι, λευκό ταξί θεσσαλονίκη, λευκό κρασί, λευκό λεξικό γλώσσας γερμανικά, λευκό στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- λευκαντικό στα γερμανικά - bleichen, bleichmittel, entfärben, Bleichmittel, ausbleichen, Bleich
- λευκοπλάστης στα γερμανικά - heftpflaster, putz, gips, bewurf, Klebeband, Klebestreifen, Klebebandes, ...
- λευκός στα γερμανικά - niete, bleichen, blank, weiße, lücke, niet, leere, ...
- λεφτά στα γερμανικά - beute, plündern, geld, zaster, knete, Geld, Geld zu
Τυχαίες λέξεις
Λευκό στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: leer, weiß, blank, weiße, bleichen, weißen, white, weiss
Μεταφράσεις: leer, weiß, blank, weiße, bleichen, weißen, white, weiss