Μαυρίζω στα βουλγαρικά

Μετάφραση: μαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
загар, овъглявам, CHAR, ЗНАК, Чар, овъгляване
Μαυρίζω στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαυρίζω

δεν μαυρίζω, μαυρίζω μέσα στη θάλασσα, μαυρίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, μαυρίζω στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • ματώνω στα βουλγαρικά - кървя, кървене, кървят, кърви, да кървят
  • μαυλίζω στα βουλγαρικά - денеш, поощрявам, угоди, в услуга, угажда, оръдие
  • μαυροπίνακας στα βουλγαρικά - черна дъска, черната дъска, дъска, черна, дъската
  • μαυρόχωμα στα βουλγαρικά - хумус, на хумус, хумусния, хумусен, хумуса
Τυχαίες λέξεις
Μαυρίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: загар, овъглявам, CHAR, ЗНАК, Чар, овъгляване