Μαυρίζω στα ουγγρικά
Μετάφραση: μαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
faszén, char, karakter, kar, bejárónő
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαυρίζω
δεν μαυρίζω, μαυρίζω μέσα στη θάλασσα, μαυρίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μαυρίζω στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- ματώνω στα ουγγρικά - megcsapolás, vérzik, vérezni, vérzés, légtelenítse, véreznek
- μαυλίζω στα ουγγρικά - züllés, cinkos, kerít nőt, kerítő
- μαυροπίνακας στα ουγγρικά - iskolai tábla, táblára, tábla, blackboard, táblát
- μαυρόχωμα στα ουγγρικά - humusz, humuszban, humuszos, a humusz, humuszt
Τυχαίες λέξεις
Μαυρίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: faszén, char, karakter, kar, bejárónő
Μεταφράσεις: faszén, char, karakter, kar, bejárónő