Μαυρίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: μαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
bleikju, stafir, bleikja, bleikjan, bleikjur
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαυρίζω
δεν μαυρίζω, μαυρίζω μέσα στη θάλασσα, μαυρίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, μαυρίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- ματώνω στα ισλανδικά - blæða, blæðir, blæðingar, Bleed, blæðingar í
- μαυλίζω στα ισλανδικά - pander
- μαυροπίνακας στα ισλανδικά - Blackboard
- μαυρόχωμα στα ισλανδικά - humus
Τυχαίες λέξεις
Μαυρίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: bleikju, stafir, bleikja, bleikjan, bleikjur
Μεταφράσεις: bleikju, stafir, bleikja, bleikjan, bleikjur