Μαυρίζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: μαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
looien, tanen, leerlooien, verkolen, char, tekens, klusje, houtskool
Μαυρίζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μαυρίζω

δεν μαυρίζω, μαυρίζω μέσα στη θάλασσα, μαυρίζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, μαυρίζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • ματώνω στα ολλανδικά - aderlaten, bloeden, tot aan de randen, randen, de randen, aan de randen
  • μαυλίζω στα ολλανδικά - drinkgelag, weglokken, verleiden, orgie, verlokken, boemelen, zwelgpartij, ...
  • μαυροπίνακας στα ολλανδικά - schoolbord, bord, blackboard, het bord
  • μαυρόχωμα στα ολλανδικά - teelaarde, humus, hummus, van humus
Τυχαίες λέξεις
Μαυρίζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: looien, tanen, leerlooien, verkolen, char, tekens, klusje, houtskool