Μαυρίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: μαυρίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
parkima, tangens, päevitama, char, söe, paalia, süsi, tähemärk
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαυρίζω
δεν μαυρίζω, μαυρίζω μέσα στη θάλασσα, μαυρίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, μαυρίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- ματώνω στα εσθονικά - veritsema, veritseda, vedelikueemaldamise, verejookse, õhutustage
- μαυλίζω στα εσθονικά - orgia, võrgutama, rikkuma, liiderdama, kupeldaja, Toita, pander, ...
- μαυροπίνακας στα εσθονικά - koolitahvel, tahvel, tahvli, tahvlile, blackboard, tahvlist
- μαυρόχωμα στα εσθονικά - huumus, huumuse, huumust, huumusega
Τυχαίες λέξεις
Μαυρίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: parkima, tangens, päevitama, char, söe, paalia, süsi, tähemärk
Μεταφράσεις: parkima, tangens, päevitama, char, söe, paalia, süsi, tähemärk