Πλήξη στα βουλγαρικά

Μετάφραση: πλήξη, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скука, досада, скуката, отегчение, досадата
Πλήξη στα βουλγαρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλήξη

προκάρδια πλήξη, πλήξη συνώνυμα, πληξη συνώνυμο, πλήξη λεξικο, άγονη πλήξη, πλήξη λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, πλήξη στα βουλγαρικά

Μεταφράσεις

  • πλέω στα βουλγαρικά - платно, плаване, плават, платна, отплава
  • πλήθος στα βουλγαρικά - множество, тълпа, зрители, тълпата, публиката, на публиката
  • πλήρης στα βουλγαρικά - пълен, пълна, пълно, пълното, пълната
  • πλήρως στα βουλγαρικά - напълно, изцяло, пълно, пълна, пълноценно
Τυχαίες λέξεις
Πλήξη στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: скука, досада, скуката, отегчение, досадата