Πλήξη στα τούρκικα

Μετάφραση: πλήξη, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
can sıkıntısı, ennui, bıkkınlık
Πλήξη στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πλήξη

προκάρδια πλήξη, πλήξη συνώνυμα, πληξη συνώνυμο, πλήξη λεξικο, άγονη πλήξη, πλήξη λεξικό γλώσσας τούρκικα, πλήξη στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • πλέω στα τούρκικα - yelken, Sail, yelkenli, yelkeni, arma
  • πλήθος στα τούρκικα - kalabalık, taraftar topluluğu, bir kalabalık, sahibi takımın taraftarları, kalabalığın
  • πλήρης στα τούρκικα - dolu, bütün, tam, tüm, komple, tam bir, eksiksiz, ...
  • πλήρως στα τούρκικα - tam, tamamen, tam olarak, tümüyle
Τυχαίες λέξεις
Πλήξη στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: can sıkıntısı, ennui, bıkkınlık