Πλήξη στα φινλανδικά
Μετάφραση: πλήξη, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
ikävystyminen, ennui, ikävä
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλήξη
προκάρδια πλήξη, πλήξη συνώνυμα, πληξη συνώνυμο, πλήξη λεξικο, άγονη πλήξη, πλήξη λεξικό γλώσσας φινλανδικά, πλήξη στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- πλέω στα φινλανδικά - purje, purjehtia, purjehtivat, purjeen, sail
- πλήθος στα φινλανδικά - sakki, kuhista, tungeksia, tungos, joukkio, porukka, ihmiset, ...
- πλήρης στα φινλανδικά - kylläinen, laaja, täydellinen, kokonainen, perusteellinen, täysi, vanuttaa, ...
- πλήρως στα φινλανδικά - peräti, kokonaan, täysin, tykkänään, aivan, kerrassaan, täydellisesti, ...
Τυχαίες λέξεις
Πλήξη στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: ikävystyminen, ennui, ikävä
Μεταφράσεις: ikävystyminen, ennui, ikävä