Πλήξη στα ουγγρικά
Μετάφραση: πλήξη, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
unalom, közöny
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλήξη
προκάρδια πλήξη, πλήξη συνώνυμα, πληξη συνώνυμο, πλήξη λεξικο, άγονη πλήξη, πλήξη λεξικό γλώσσας ουγγρικά, πλήξη στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- πλέω στα ουγγρικά - vitorlás, vitorla, vitorlát, hajóznak, vitorlával
- πλήθος στα ουγγρικά - horda, pereputty, statiszták, banda, sokadalom, tömeg, tömegben, ...
- πλήρης στα ουγγρικά - kövérkés, tele, teli, hiánytalan, kiadós, teljes, komplett, ...
- πλήρως στα ουγγρικά - maradéktalanul, teljesen, teljes mértékben, teljes, mértékben, teljes egészében
Τυχαίες λέξεις
Πλήξη στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: unalom, közöny
Μεταφράσεις: unalom, közöny