Σκουπίζω στα βουλγαρικά
Μετάφραση: σκουπίζω, Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
търся, улавят, продухване, онечистващата, прочистват
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκουπίζω
σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω αγγλικα, ονειροκρίτης σκουπίδια, σκουπίζω meaning, σκουπίζω λεξικό γλώσσας βουλγαρικά, σκουπίζω στα βουλγαρικά
Μεταφράσεις
- σκουντώ στα βουλγαρικά - бутане, Nudge, побутване, сбутвам, смушкване
- σκουπίδια στα βουλγαρικά - мусон, носилки, боклук, кошчето, отпадъци, боклука, боклуци
- σκουπιδοτενεκές στα βουλγαρικά - кофа за боклук, кошче за боклук, кошче, кофа за отпадъци, кошче за отпадъци
- σκούζω στα βουλγαρικά - писък, скърцане като, издавам стържещ звук, остър шум
Τυχαίες λέξεις
Σκουπίζω στα βουλγαρικά - Λεξικό: ελληνικά » βουλγαρικά
Μεταφράσεις: търся, улавят, продухване, онечистващата, прочистват
Μεταφράσεις: търся, улавят, продухване, онечистващата, прочистват