Σκουπίζω στα δανικά
Μετάφραση: σκουπίζω, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
feje, scavenge, opfange, skyllepumpetab, bekæmper, indfange
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκουπίζω
σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω αγγλικα, ονειροκρίτης σκουπίδια, σκουπίζω meaning, σκουπίζω λεξικό γλώσσας δανικά, σκουπίζω στα δανικά
Μεταφράσεις
- σκουντώ στα δανικά - nudge, puf, skub, vink, lille puf
- σκουπίδια στα δανικά - afvise, afslå, trash, papirkurven, affald, papirkurv, skraldespanden
- σκουπιδοτενεκές στα δανικά - papirkurven, skraldespand, papirkurven kan, skraldespanden, papirkurv
- σκούζω στα δανικά - skrig, screech, skrige, hvin, hvine
Τυχαίες λέξεις
Σκουπίζω στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: feje, scavenge, opfange, skyllepumpetab, bekæmper, indfange
Μεταφράσεις: feje, scavenge, opfange, skyllepumpetab, bekæmper, indfange