Σκουπίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: σκουπίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
pásztázás, letapogatás, átfogóképesség, söpör, befoghatja, lekössük, befogják
Σκουπίζω στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σκουπίζω

σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω αγγλικα, ονειροκρίτης σκουπίδια, σκουπίζω meaning, σκουπίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, σκουπίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • σκουντώ στα ουγγρικά - meglökés, gallytörő, lökéssel, gallytörő rács, lökést
  • σκουπίδια στα ουγγρικά - alom, hordszék, szemét, hordágy, szemetet, szemetes, trash, ...
  • σκουπιδοτενεκές στα ουγγρικά - szemetes, kuka, szemetesbe, lomtárba, szemetest
  • σκούζω στα ουγγρικά - tülkölés, sípolás, huhogás, sikoltás, sikolt, csikorgás, csikorogva, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκουπίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: pásztázás, letapogatás, átfogóképesség, söpör, befoghatja, lekössük, befogják