Σκουπίζω στα ουκρανικά
Μετάφραση: σκουπίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
журавель, нестися, витирання, винний, розшук, змітати, замітати, збирати, збиратимуть, збиратиме
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σκουπίζω
σκουπίζω αόριστος, σκουπίζω στα αγγλικά, σκουπίζω αγγλικα, ονειροκρίτης σκουπίδια, σκουπίζω meaning, σκουπίζω λεξικό γλώσσας ουκρανικά, σκουπίζω στα ουκρανικά
Μεταφράσεις
- σκουντώ στα ουκρανικά - тупиця, легкий поштовх
- σκουπίδια στα ουκρανικά - закладення, відмова, відмову, нутрощі, внутрішності, відказ, сміття, ...
- σκουπιδοτενεκές στα ουκρανικά - відро для сміття, смітник, сміттєве відро, кошик для сміття
- σκούζω στα ουκρανικά - кричати, гукати, улюлюкати, вереск, виск, вищання, визг, ...
Τυχαίες λέξεις
Σκουπίζω στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: журавель, нестися, витирання, винний, розшук, змітати, замітати, збирати, збиратимуть, збиратиме
Μεταφράσεις: журавель, нестися, витирання, винний, розшук, змітати, замітати, збирати, збиратимуть, збиратиме